Κάποια χρόνια πριν τη συγκατοίκηση, ένα άλλο καλοκαίρι, ο Πτι Κερ Χάρης είχε γενέθλια και είχα την πρόθεση να πάμε σε ένα εστιατόριο, με στενούς φίλους και συγγενείς, για να φάμε και να σβήσουμε την τούρτα. Ξεκίνησε ως έκπληξη, που αργότερα ο Πτι Κερ το λαγωνικό ανακάλυψε και τελικά τσακωθήκαμε και υποχρεώθηκα να τα ακυρώσω όλα, γιατί δεν ήθελε τραγούδια και πανηγύρια "δημοσίως" και μόνο που δεν μας έβρισε. Είπε ότι δεν του αρέσουν αυτά.
Μια εβδομάδα πριν το γάμο, μου προτείνει να πάμε για φαγητό και αρχίζω να μυρίζομαι πρόταση γάμου. Δηλαδή αν όχι τότε, τότε πότε; Μετά το γάμο; Να μου πεις, είναι απαραίτητο να γίνει πρόταση, όταν έχεις ήδη κλείσει ημερομηνία; Η απάντηση είναι όχι. Ενώ το μυριζόμουν όμως, θυμόμουν ότι δεν του αρέσουν οι δημόσιες εκδηλώσεις χαράς και αγάπης... Και σίγουρα δεν μπορούσα να φανταστώ να γονατίζει μέσα στο Μεξικάνικο... Άραγε θα γονάτιζε οπουδήποτε αλλού όμως; Όχι, ούτε αυτό μπορούσα να φανταστώ. Είχα καταλάβει ότι έχει αγοράσει κάποιο δαχτυλίδι, το οποίο ήταν και η αιτία της χρονοκαθυστερημένης πρότασης, είχε ζοριστεί να το διαλέξει κι εγώ φυσικά το φανταζόμουν ως έκτρωμα κι έλεγα πολλές φορές στον εαυτό μου, ότι όπως και να είναι αυτό το δαχτυλίδι θα δαγκώσω τη γλώσσα μου και θα το φορέσω αδιαμαρτύρητα.
Βγαίνουμε από το σπίτι, κλειδώνω την πόρτα, προχωράω προς την έξοδο, όταν με μια πιρουέτα 360 μοιρών (αλλά χωρίς να γονατίσει), ο Πτι Κερ εμφανίζει το μαγικό κουτάκι και μου λέει ωσάν σε φάρσα "Θέλεις να με παντρευτείς;". Εκεί, στα σκοτάδια του κήπου μας, χωρίς μάρτυρες, ούτε ο ένας τον άλλο δε βλέπαμε καλά καλά, αλλά η κοτρώνα λαμπίρισε. "Όχι!", του απάντησα και φόρεσα το δαχτυλίδι μου, που ήταν το ομορφότερο του κόσμου όλου.
Κι επιτέλους, ξημέρωσε η ημέρα αυτού του γάμου, μια πολύ ηλιόλουστη ημέρα να υπογραμμιστεί, όπου η κουμπάρα θα ερχόταν να με πάρει να πάμε για μανικιούρ-πεντικούρ πολύ πρωί και που εγώ την είχα νεύρα, γιατί το προηγούμενο βράδυ την περιμέναμε για φαγητό και δεν ήρθε ποτέ. Φαινόταν ξενυχτισμένη και γελούσαν τα μουστάκια της, εύκολα θα συμπέραινα ότι ήταν με κάποιο γκόμενο. "Εσένα βρήκα για κουμπάρα, που δεν ήρθες στο τραπέζι των κουμπάρων κι ήσουν σίγουρα με γκόμενο και δεν μου λες ποιον!". Εκείνη συνέχιζε να έχει αυτό το εκνευριστικό μειδίαμα, "όχι σπίτι μου ήμουν", είπε, "ναι αλλά με ποιον ήσουν μέχρι τις 4 το πρωί, είδα στο γουατσάπ ότι ήσουν συνδεδεμένη!". Συνέχισε να μη μου λέει, ώσπου φτάσαμε στο μανικουράδικο, το οποίο ήταν σημαιοστολισμένο με διάφορες χειροτεχνίες. "Αυτά έκανα μέχρι τις 4 το πρωί, με έφαγες πια, λύσσαξες!". Παρότι είναι γνωστό ότι μισώ τις εκπλήξεις και ειδικά όσες περιλάμβάνουν οτιδήποτε χαζοχαρούμενο και χαζοαμερικάνικο, τα είχαν στήσει πολύ ωραία όλα. Αν αυτό μπορεί να θεωρηθεί μπατσελορέτ, ήταν πετυχημένο.
Οι φίλες αποχώρησαν και η νύφη με την κουμπάρα κατέφθασαν στον επόμενο σταθμό, το κομμωτήριο. Το χτένισμα της κουμπάρας είχε μόλις ολοκληρωθεί, όταν ξέσπασε φρικτή καταιγίδα! Μαύρα σύννεφα έπνιξαν τον ουρανό, νερό κουβάδες, οι δρόμοι πλημμύρισαν και μόνο με την κιβωτό του Νώε θα μπορούσαμε να φύγουμε από το κομμωτήριο, πολύ λίγες ώρες πριν το γάμο. Λες και δεν είχα μάτια να το δω και αυτιά να το ακούσω, κατακλεισμός μηνυμάτων και τηλεφωνημάτων με ενημέρωναν ότι γίνεται η συντέλεια και "πως θα γίνει ο γάμος" που το τραπέζι ήταν σε εξωτερικό χώρο, αλλά πριν αυτό, βασικό ήταν να μπορέσουμε να φύγουμε από το κομμωτήριο χτενισμένες και όχι σαν μουλιασμένα ξεσκονόπανα, αφού φυσικά και δεν είχαμε ομπρέλες, εκείνη την ηλιόλουστη ημέρα. Η χτενισμένη κουμπάρα έτρεξε στο αυτοκίνητο να κλείσει το παράθυρο, που είχε αφήσει ανοιχτό για να παίρνουν αέρα τα λουλούδια. Ήταν από τις μπόρες που πίστευες ότι θα κρατήσουν δύο μερόνυχτα, αλλά ξαφνικά σταμάτησε και βγήκε ένας ήλιος ΝΑ, σα να μην έβρεξε ποτέ. Ξανά από την αρχή το χτένισμα και να γυρίσουμε στο σπίτι ολοταχώς για τις λοιπές προετοιμασίες και όταν λέμε ολοταχώς, μη φανταστείτε ότι μπορούσα να τρέχω και πολύ, καθότι έγκυος.
Τελικά όλα τα προλάβαμε και τα ονόματα κάτω από το παπούτσι έγραψα, αν και λογικά στους πολιτικούς γάμους αυτά δεν πιάνουν και επειδή σε αυτό εδώ το βιωματικό μπλόγκ στοχεύουμε να βραβευτούμε για πρωτότυπο σενάριο, ο γαμπρός ήρθε να με πάρει να πάμε στο Δημαρχείο. Μου προσέφερε και την ανθοδέσμη, και να στηνόμαστε σε διάφορες αφύσικες και άβολες πόζες για φωτογραφία μέχρι να έρθει η ώρα να μπούμε μέσα... Και "γύρε λίγο πάνω του" και "κοιτάξτε ο ένας τη μύτη του άλλου" και να του πέφτουν τα γυαλιά σε κάθε κλικ του ανθρώπου κι εμάς να μας έχει πιάσει σπαστικό γέλιο. Και μαντέψτε ποιανής το φόρεμα λερώθηκε κατά μεσής του στήθους της, που δεν το λες και διακριτικό... από την παλιοανθοδέσμη! Να τρέχει ο κουμπάρος να βρει μωρομάντιλα κι η πεθερά να τρίβει κι εγώ να έχω βουρκώσει, δηλαδή πόσο άμπαλη να λερώσω το δήθεν νυφικό πριν καν αρχίσει ο γάμος. Και φυσικά να τα έχω βάλει με την ανθοδέσμη...
Το μαγικό χέρι της πεθεράς αφαίρεσε το λεκέ και στη συνέχεια όλα κύλησαν ομαλά, μέχρι που ήρθε η ώρα να βγούμε από το Δημαρχείο. Κρατήσαμε πολύ σφιχτά ο ένας το χέρι του άλλου. "Θα την χρησιμοποιήσω ως ασπίδα", είπα. Ξέραμε στο περίπου τι μας περίμενε, γιατί μην ξεχνάτε, ότι μας περίμεναν δεκατρία χρόνια να παντρευτούμε... Η σοδειά δύο χρόνων ρυζιού της υπερμεγεθούς Κίνας πήγε στράφι, όλη πάνω μας, κάτι που στις φωτογραφίες έμοιαζε διασκεδαστικό, αλλά η πραγματικότητα είναι πως ένιωθες να σε μαστιγώνουν. Όταν κατάφερα να ανοίξω τα μάτια και να βγάλω την ανθοδέσμη-ασπίδα από τα μούτρα μου, διαπίστωσα ότι είχαμε πάρει φωτιά... Α, όχι, εντάξει, δεν ήταν φωτιά, ο κουμπάρος είχε ανάψει όλα τα καπνογόνα των φιλάθλων του Ολυμπιακού. Η θεία, που είχε πετάξει μια κατσαρόλα ρύζι, ζητωκραύγαζε ενθουσιασμένη, "δεν έχω ξαναπάει σε πολιτικό γάμο! είναι πολύ ωραία!" και η αλήθεια είναι ότι χάρη στην Τρίσια (κουμπάρα) και το Μάκη (κουμπάρο) και τους λίγους φίλους που είχαμε μαζί μας εκείνη την ημέρα, ο γάμος δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από έναν καλοοργανωμένο χριστιανικό γάμο.
Και τώρα είχε έρθει η ώρα να πετάξω την ανθοδέσμη, όχι που θα γλίτωνα το ρεζίλεμα έστω και σε μια φάση αυτού του κόνσεπτ. Η πεθερά τρέχει κατά πάνω μου και συνωμωτικά μου δίνει μια άλλη ανθοδέσμη-κασκαντέρ. Περίτεχνα κρύβει την ανθοδέσμη-πρωταγωνίστρια για να μου την αποξηράνει (εεε; εεε; γκράντε η κατάσταση!). Οι φίλες μου στήθηκαν στη σειρά, κι εγώ γύρισα την πλάτη. Πάω να την πετάξω, με σταματάει ο φωτογράφος, "αχ δεν έχουμε καλό φως, έχετε άλλο ένα καπνογόνο;". Ο κουμπάρος ανάβει κι άλλο ένα καπνογόνο και με το ένα με το δύο με το τρία... Η ανθοδέσμη προσγειώνεται στην άσφαλτο, δεν είχα βάλει αρκετή δύναμη, γιατί ήθελα να βγω χαριτωμένη στη φωτογραφία. "Πάλι, πάλι...", παίρνω πάλι φόρα, την πετάω, αυτή τη φορά προσγειώνεται στα πόδια της Κλαίρης, η οποία έχοντας αλλεργία στο γάμο - στεκόταν εκεί μόνο και μόνο για να φαίνονται περισσότερες και φυσικά δεν περίμενε να της έρθει ουρανοκατέβατη μια ανθοδέσμη- δεν έκανε καμία κίνηση να την πιάσει. "Πάλι, πάλι", είπε κάποιος και νομίζω άκουσα να με γιουχάρουν κιόλας, μπούλινγκ στη νύφη ότι δεν την πετάω καλά. Ξεποδαριασμένη από τα τακούνια που ποτέ δεν φοράω, με τις τιράντες να πέφτουν, με την κοιλιά να με βαραίνει, ξεχνάω εντελώς να είμαι χαριτωμένη και πετάω την ανθοδέσμη-κασκαντέρ με όλη μου τη φόρα... Lucky threeeeee...!Η Κλαίρη ήταν και πάλι η τυχερή, η οποία την έπιασε κανονικά αν και αμήχανη, σα να λέει "πάρτε αυτό το πράμα από τα χέρια μου".
Οπότε, τώρα ξέρετε ποια θα είναι η επόμενη...
Και κάπως έτσι, παντρεύτηκα τελικά το Χάρη!
Υ.γ. το λιπγκλός που μυρίζει όπως το ασανσέρ στη φοιτητική μου εστία στην Τουλούζη, ήταν αυτό που φορούσα στο γάμο.
Υ.γ.Σας το είπα ότι ήταν τελείως άσχετη η εισαγωγή!
Comments