top of page
  • Alexia Zed

Η Συμμορία του Μαρκαδόρου: Αποστολή Σεντρίνκ


chapter 1

Η Αρχιμαφιόζα είχε βάσιμες υποψίες ότι ο Σεντρίνκ δεν είναι αυτό που φαίνεται. Τον είχε βάλει στο μάτι από καιρό, τον παρακολουθούσε στενά, πάντα με τη συνοδεία του Κοντού και της Τσίχλας και το σκοτεινό μπακράουντ της Τολόζας.

Όλα ξεκίνησαν ένα δειλινό του Οκτωβρίου, όπου οι τρείς πράκτορες θα συναντούσαν τη Μαρί ντε Λουά, τη δικηγόρο της Εταιρείας, για να τους δώσει κάποιες βασικές κατευθύνσεις σχετικά με τη νέα τους πόλη. Η Αρχιμαφιόζα δεν είχε συνεργαστεί (σχεδόν) ποτέ ξανά με τον Κοντό, ενώ την Τσίχλα τη γνώριζε ελάχιστα, δεν είχε εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους, ήταν επιφυλακτική, άλλωστε μετά τη χρόνια συνεργασία με τη Τζέν-τζέν, τη Ντράνα, τη Μπέμπα και τη Ζωζώ, ήταν δύσκολο να προσαρμοστεί σε νέα συμμορία. Η ζωή βλέπεις…

Από την άλλη, η Τσίχλα και ο Κοντός φλερτάρανε επίμονα για κάποιο διάστημα, αλλά τελικά είχαν μείνει φίλοι. «Λοιπόν! Δεν θα παραδεχτείτε ποτέ στο Ίντερνετ αξιόποινες πράξεις! Θα βρισκόσαστε κάθε Δευτέρα βράδυ εδώ, σε αυτό το τραπέζι και θα έρχεστε σε επικοινωνία αφήνοντας μηνύματα στο σουβέρ, με διάφανο μαρκαδόρο. Η Εταιρεία σας ονομάζει η Συμμορία με το Μαρκαδόρο. Θα είμαι στην πόλη μέχρι το Δεκέμβριο, μετά βγάλτε τα πέρα μόνοι σας. Δεν θα αγγίξετε ποτέ τα βραχιόλια μου και η πρώτη σας αποστολή είναι να βγάλετε από μέσα τη Χοντρή Διευθύντρια. Αυτή θα είναι η αμοιβή μου», είπε, ρυτιδιάζοντας λίγο το μέτωπο και ρίχνοντας την κόκκινη μαλλούπα δεξιά, όλο σκέρτσο. Η αποστολή της Χοντρής Διευθύντριας δεν μπήκε ποτέ σε εφαρμογή, γιατί τελικά η χοντρή αποδείχτηκε έγκυος, κι η Εταιρεία, έχει μια ιδιαίτερη ευαισθησία στις χοντρές που μένουν έγκυες.

Έτσι κι έγινε, οι τρείς πράκτορες συνεδριάζανε κάθε Δευτέρα βράδυ σε εκείνο το απόκοσμο μπαρ, "Bar La Tireuse", όπου μόνο κακός κόσμος μπαινόβγαινε. Αν κοίταζες γύρω σου, ήταν ξεκάθαρο ότι πρόκειται για στέκι μυστικών πρακτόρων, μαφιόζων, συμμοριών… Στην άκρη του μπαρ, από την πλευρά της πόρτας, καθόταν πάντα ο Τσέχος. Παράγγελλε πάντοτε «chou coffee», ένα μυστηριώδες ρόφημα καφέ με αλκοόλ, σπεσιαλιτέ του μαγαζιού με σαφή καταγωγή από την Τσεχία. Κάπου στο κέντρο της μπάρας, καθόταν ο Μάρτης, ο τύπος με το λευκό κουστούμι, το πορτοκαλί καπέλο και την πίπα (χειμώνα-καλοκαίρι). Διάβαζε πάντοτε ένα βιβλίο, για ξεκάρφωμα. Από την άλλη μεριά του μπαρ, από την πλευρά της τουαλέτας, κάθονταν οι αντιπαθητικές Ρωσίδες, ειδικά αυτές, δεν έλειπαν ποτέ κι έπειναν πάντα βότκα. Αυτός ήταν άλλωστε κι ένας από τους κανόνες… Η παραγγελία και η θέση του καθένα δεν ήταν ποτέ τυχαία κι ο Σεντρίκ, το ήξερε καλά.

Ο Σεντρίκ είχε πολύ σκοτεινή και μυστηριώδη φυσιογνωμία. Είχε μια άγρια γενειάδα που κάλυπτε σχεδόν όλο του το πρόσωπο. Τα μάτια του ήταν όμορφα, αλλά σκοτεινά. Δεν χαμογελούσε ποτέ, αλλά κοίταζε γύρω του περίεργα, ανήσυχα. Είχε παρουσιαστεί ως μπάρμαν, αλλά κάτι έκρυβε… Τον πρόδωσε ένα από τα τατουάζ του, η Αρχιμαφιόζα το διέκρινε σχεδόν αμέσως. Κάθε φορά που έσφιγγε το μπράτσο του και οι γυναίκες λιποθυμούσαν στο θέαμα, η Αρχιμαφιόζα το κοίταγε με αηδία κι όσο το σκεφτόταν, τόσο σιγουρευόταν ότι «αυτός είναι».

Σύντομα κατάλαβε ότι οι Ρωσίδες στην άκρη του μπαρ ήταν δικές του, φυλάγανε τα νώτα του. Κι έτσι, δεν μπορούσε να τον ξεσκεπάσει μονομιάς, έπρεπε να καταστρώσει σχέδιο, να τον απομονώσει από τις Ρωσίδες. Ο Κοντός κι η Τσίχλα μπήκαν αμέσως στο κόλπο. Οι επισκέψεις στο μπαρ άρχισαν να πυκνώνουν, μέχρι που η Τσίχλα απεγνωσμένη μια μέρα, δήλωσε ότι δεν αντέχει άλλο. «Κοντεύω να γίνω αλκοολική, δεν γίνεται. Πρέπει να προχωρήσει το σχέδιο!».

Κάθε φορά, γινόταν το ίδιο σκηνικό. Η Συμμορία καθόταν στο συγκεκριμένο τραπέζι, στις συγκεκριμένες θέσεις. Λοξοκοιτιόντουσαν με τις Ρωσίδες, χαιρετιόντουσαν με τον Τσέχο. Η Αρχιμαφιόζα πλησίαζε τον Σεντρίνκ και ο διάλογος «Bonsoir»- «Αngelus»- «Voila»- «Μerci» επαναλαμβανόταν, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Μέχρι που μια μέρα, αποφάσισε να σπάσει τον Κώδικα της Μαρί ντε Λουά, και παρήγγειλε κάτι άλλο από τα συνηθισμένα…

.....

chapter 2

Μια Ομέλ και το όνομά σου, του είπε κι ανοιγόκλεισε τα μάτια της πεταριστά, ήξερε ότι το κόλπο με τα μάτια πιάνει… - Σεντρίνκ, της είπε σχεδόν ψιθυριστά κι ακούμπησε την μπύρα μπροστά της αιφνιδιασμένος από την αλλαγή στην παραγγελία.

Για την κίνηση – φλέρτ δεν αιφνιδιάστηκε, γιατί δεν του είχε περάσει ποτέ από το μυαλό ότι η Αρχιμαφιόζα είναι πράκτορας. Νόμισε ότι θα είναι μια από τις πολλές κοπέλες που λιποθυμούν, όταν τεντώνει τα μπράτσα. Ο Κοντός κωδικοποιούσε ήδη το μπόντι λάνγκουατζ, δεν επαναπαυόταν, κράταγε τσίλιες όπως πάντα. Και η Τσίχλα παρακολουθούσε τις Ρωσίδες, ανυπομονούσε να τις αγγίξει για να τις χαλάσει κι αυτές… Από τότε που η Τσίχλα άρχισε να συχνάζει στο μπαρ, τα φώτα τρεμοπαίζουν συνέχεια άλλωστε…

Η Αρχιμαφιόζα επέστρεψε στο τραπέζι ικανοποιημένη. «Κάναμε το πρώτο βήμα. Είναι ο Σεντρίνκ, αυτός είναι, είναι σίγουρο πλέον», είπε και ξίνισε τα μούτρα της. Η Τσίχλα γούρλωσε τα μάτια κι άρχισε να μασάει την τσίχλα νευρικά. «Ντάξει, μιλάμε δεν πάει καλά ο τύπος! Τι κάνει εδώ μέσα;», βροντοφώναξε με όλη της τη δύναμη και χάιδεψε τη φράντζα της. Ευτυχώς δεν την κατάλαβε κανείς, γιατί μεταξύ τους, η Τσίχλα, ο Κοντός κι η Αρχιμαφιόζα, μιλούσαν ελληνικά, για λόγους ασφαλείας. «Παιδιά ψυχραιμία!», είπε ο Κοντός, δεν άντεχε τις εντάσεις, ήδη προσπαθούσε να αναρρώσει από τη σφαίρα του Λόρδου Εντουάρ. Μπορεί η Αρχιμαφιόζα να ήταν καλή στην έρευνα, αλλά ο Κοντός είχε περισσότερο μυαλό, τετράγωνη λογική, μυαλό ξουράφι. «Σε λίγες ημέρες έρχεται η Βιολέτα Λώρεν στην Τολόζα… Μου χρωστάει από παλιά, θα βοηθήσει», είπε και τούρλωσε τα χείλη του. Πάντα το κάνει αυτό σε 3 ειδικές περιστάσεις 1. όταν βγάζει πόρισμα 2. όταν ετοιμάζεται να βρίσει πρόστυχα τον συνομιλητή του και 3. όταν προσπαθεί να ρίξει γκόμενα.

Αρχές Ιανουαρίου κατέφθασε κι η Βιολέτα Λώρεν στην Τολόζα. Μπορεί να φανεί κλισέ, αλλά η Βιολέτα έφθασε με μαύρη λιμουζίνα κι όταν άνοιξε η πόρτα το πρώτο που ξεπρόβαλε ήταν το στιλέτο της. Ακούστηκε το «τακ», η καλοσχηματισμένη γάμπα τεντώθηκε, η βιολετί χαίτη ανεμίστηκε από το αεράκι του Γκαρόν κι η Βιολέτα έβγαλε τα γυαλιά του ηλίου, διότι είχε συννεφιά. Ο Κοντός την υποδέχτηκε με ανθοδέσμη και της είπε ταπεινά, «το σπίτι είναι μικρό, αλλά ελπίζω να βολευτείς». Η Βιολέτα του έδωσε ένα σβουριχτό φιλί στο μάγουλο (ο Κοντός ξανατούρλωσε τα χείλη του) και το επόμενο βράδυ, συνάντησαν την Αρχιμαφιόζα και την Τσίχλα.

Η Αρχιμαφιόζα είχε ακούσει πολλές ιστορίες για τη Βιολέτα Λώρεν, αλλά δεν την είχε γνωρίσει ποτέ από κοντά. Στον κύκλο τους, η Βιολέτα είχε μεγάλο όνομα, ήταν σελέμπριτι σχεδόν. Η καριέρα της βασίστηκε στην ομορφιά της αρχικά, σύντομα όμως, όταν ο Νονός-προστάτης της τα τίναξε, η Βιολέτα αναδείχθηκε σε τρανή μαφιόζα. Άλλωστε είχε ένα μεγάλο ατού, που πολλοί θα ζήλευαν. Ανεπτυγμένη διαίσθηση… Λίγοι μπορούσαν να την κοροϊδέψουν, η Βιολέτα διαβάζει τους ανθρώπους με ευκολία, αυτό δεν είναι μάτι, αυτό είναι σκάνερ.

«Αυτός, κάτι κρύβει… Είναι σίγουρο. Έχουμε ένα πλεονέκτημα όμως, δεν ξέρει ποια είσαι ακόμα. Και επιπλέον αυτή τη στιγμή σε κοιτάει… Πήγαινε να παραγγείλεις το κλασσικό…». Η Αρχιμαφιόζα πλησίασε πάλι τη μπάρα… Δεν πρόλαβε να μιλήσει, δεν έβγαλε άχνα κι ο Σεντρίνκ αμέσως τη ρώτησε «Αngelus?». Εκείνη έγνεψε πως ναι και την έζωσαν μαύρα φίδια. "Μας ανακάλυψε! Που το θυμήθηκε; Την πατήσαμε, δεν θα προλάβουμε να βγούμε από εδώ μέσα ζωντανοί, θα βάλει τις Ρωσίδες να μας εκτελέσουν!". Οι Ρωσίδες στάζανε δηλητήριο και κοιτάζανε επίμονα. Η Αρχιμαφιόζα με μια κίνηση αστραπή γύρισε το κεφάλι στον Κοντό και τη Βιολέτα Λώρεν, έκανε νόημα… Αλλά πριν προλάβει να ολοκληρώσει, ο Σεντρίνκ της είχε πιάσει το χέρι. Της κόπηκαν τα πόδια, «τετέλεσθαι» σκέφτηκε και ξεροκατάπιε. Τον κοίταξε κατάματα, αποφεύγοντας να κοιτάξει ξανά το τατουάζ κλειδί. Εκείνος της έκλεισε το μάτι, «το ήξερα ότι πίνεις angelus!» είπε κι επέστρεψε στο πόστο του σαν να μην τρέχει τίποτα. «Ουφ….!».

Ξέσπασε τσακωμός στο τραπέζι. «Είστε αντιεπαγγελματίες! Πως κάνετε έτσι; Αμέσως τα έχασες!», της φώναζε η Βιολέτα. «ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑ!Τι πετάγεσαι κι εσυ, δεν έγινε και τίποτα, ντάξει!», να λέει ο Κοντός, έχοντας πάθει επαγγελματική διαστροφή, δεν άντεξε αυτό το "αντιεπαγγελματίες". Η Τσίχλα ταράχτηκε πολύ και ως αποτέλεσμα της σύγχυσής της, ξαφνικά ακούστηκε ένα «τσάφ!» κι η μουσική σταμάτησε, είχε καεί το ηχοσύστημα. Ο καυγάς πήρε τεράστιες διαστάσεις, ξεσηκώθηκε όλο το μαγαζί κι ο Σεντρίνκ πλησίασε το τραπέζι για να τους ηρεμήσει. Ευτυχώς δεν μιλούσε ελληνικά κι έτσι δεν κατάλαβε για τι μιλούσανε… Αλήθεια όμως, είχε όντως πέσει στην παγίδα της Αρχιμαφιόζας και της έκανε ματάκια, ή μήπως την είχε καταλάβει κι αυτός;

......

chapter 3

Ένα βράδυ σαν όλα τα άλλα, η Συμμορία του Μαρκαδόρου μαζεύτηκε στο γνωστό μέρος, για τους γνωστούς λόγους. Είχαν να συζητήσουν πολλά θέματα, την αποστολή στο Ντζιμπουντί, την εκπαίδευση ενός Ψηλού για την προστασία του Κοντού, το διπλωματικό επεισόδιο με τον Λώρεν της Αργεντινής κ.ο.κ. Η Αρχιμαφιόζα είχε χάσει κάθε ενδιαφέρον για όλα τα παραπάνω θέματα, διότι καιγόταν να ξεσκεπάσει την ταυτότητα του Σεντρίνκ. Ένας τρόπος υπήρχε για να μάθει…

Εκείνο το βράδυ η Συμμορία μέθυσε ομαδικώς. Η Αρχιμαφιόζα με ύπουλο τρόπο έκανε κόκαλο τον Κοντό και την Τσίχλα, με αποτέλεσμα να κλείσει το μπαρ και αυτοί να μείνουνε μέσα. Μαζί με τον Σεντρίνκ βέβαια, και δυο περίεργους τύπους αγνώστου προελεύσεως. Την ανάκριση την ανέλαβε ο Κοντός, η Αρχιμαφιόζα είχε καταπιεί τη γλώσσα της. Αφού συζητήσανε περί ανέμων και υδάτων, «Δεν είμαι μπαρμαν…» είπε ο Σεντρίνκ, ίσως του ξέφυγε. «Εδώ είμαστε!!!!» είπε η Αρχιμαφιόζα και τώρα το μόνο που της έλειπε ήταν ο γραφικός του χαρακτήρας και λίγο dna.

Η Τσίχλα δεν έβρισκε ησυχία. «Θα μας σκοτώσουν! Κανείς δεν ξέρει που βρισκόμαστε! Πάμε να φύγουμε!», έλεγε συνέχεια κι ανανέωνε το κραγιόν της για να τους ρίξει στάχτη στα μάτια. Όπως έχουμε πει, είναι πάντα το δόλωμα. Ο ρόλος της ήταν να ξελογιάσει τους άλλους τύπους, ώστε να απομονωθεί ο στόχος και να αποσπάσουν τις πληροφορίες που χρειάζονταν. Η Αρχιμαφιόζα είχε φάει φρίκη με αυτά που άκουγε, έπινε μοχίτο πλέον, για να ξεμεθύσει. «Αν τα μάθει αυτά η Μαρί Ντε Λουά θα γίνει έξαλλη! Πάμε να φύγουμε!», έλεγε η νομοταγής Τσίχλα. «Μας καλύπτει η πράκτωρ Λώρεν, τσίλ άουτ», την καθησύχαζε ο Κοντός. Ο Σεντρίνκ παραδέχτηκε ότι δεν ήταν αυτός που όλοι νομίζανε, της μίλησε για τη σχέση του με τις Ρωσίδες, την αποτυχημένη αποστολή στο Παρίσι, το πώς βρέθηκε κυνηγημένος στην Τολόζα, όμως για το μεγάλο μυστικό του τατουάζ του, παραλίγο κάτι να πει, αλλά κρατήθηκε. Τι σημασία είχε; Η Αρχιμαφιόζα το είχε αναγνωρίσει πολύ πριν μάθει όλα τα υπόλοιπα.

Γραφικός χαρακτήρας και τον έχουμε στο χέρι, σκέφτηκε η Αρχιμαφιόζα. Αλλά πως; «Πρέπει να τον κάνουμε να μου δώσει το τηλέφωνό του…» είπε. Πετάρισε άλλη μια φορά τα μάτια της σε ανύποπτο χρόνο και τότε εκείνος ζήτησε το τηλέφωνό της. Δεν υπήρχε περίπτωση βέβαια να το δώσει, πώς να δώσει το απόρρητο στον εχθρό; Λίγοι και καλοί μόνο ήξεραν το τηλέφωνο της Αρχιμαφιόζας. «Δεν το ξέρω απ’ έξω", προφασίστηκε, "δεν το έχω καν μαζί μου σήμερα!», είπε κι εκείνος επιτέλους έπιασε χαρτί και στυλό κι έγραψε το όνομά του με το τηλέφωνο. Το τηλέφωνο δεν τις ενδιέφερε, μόνο ο γραφικός χαρακτήρας. Και τώρα το μόνο που έμενε ήταν το Dna…

«Να του τραβήξω μια τρίχα από τα γένια; Ξέρεις…πλάκα κάνω», πρότεινε η Τσίχλα. Όποτε έλεγε «ξέρεις-πλάκα-κάνω» εννοούσε «δεν κάνω πλάκα, στον επόμενο τόνο θα σας βρίσω, νυστάζω/πεινάω». Ή νύσταζε ή πείναγε ή και τα δύο μαζί - το πιθανότερο. Ο Κοντός πετάχτηκε λες και τον τσίμπησαν στον κώλο, «Τι λες παιδί μου να πάθει ηλεκτροπληξία, τον θέλουμε ζωντανό!», της είπε. «Αν θέλετε dna, πρέπει να φύγουμε τώρα!», είπε η Αρχιμαφιόζα πονηρά, έχοντας ήδη βρει τον τρόπο. Ο Σεντρίνκ, ανυποψίαστος ακόμα, τις οδήγησε από την πίσω πόρτα του μπαρ σε έναν διάδρομο κι από εκεί θα έβγαιναν στο σοκάκι.

«Πως θα το κάνεις; Θα του τραβήξεις τα μαλλιά; Θα τον γραντζουνήσεις; Να ξέρουμε να τρέξουμε αν είναι!», είπε ο Κοντός. «Ωχ, σοβαρά μιλάτε; Είμαι με τακούνια!» είπε η Τσίχλα. «Όχι ρε, ηρεμήστε! Απλά πράματα! Ξέρω..!».

chapter 4

(δέκα λεπτά αργότερα)

Η Τσίχλα έσερνε τα πόδια της, έτρεμε από το κρύο, ήθελε να γκρινιάξει τόσο, όσο να προκαλέσει μπλάκ άουτ σε ολόκληρη την Τολόζα. Ούτε την τσίχλα της δεν είχε όρεξη πλέον να μασήσει, η ώρα ήταν 5 το πρωί… Μπροστά βέβαια πήγαινε πάντοτε ο Κοντός, ο οποίος έσερνε κυριολεκτικά από τη γλώσσα την Αρχιμαφιόζα. Η Αρχιμαφιόζα βιαζόταν να φτύσει κάπου το ένοχο φιλί, αλλά ο Κοντός δεν την άφηνε, έως ότου να φτάσουν στη γιάφκα τους και με τα ειδικά εργαλεία του να αποσπάσει το δείγμα.

Πράγματι, όταν έφτασαν στη ζεστή γιαφκοφωλιά, ο Κοντός έβαλε τα χειρουργικά του γάντια, πήρε το υλικό και έσκυψε πάνω από το μικροσκόπιο στο πρόχειρο εργαστήριο που είχε στήσει, δίπλα στην αίθουσα ανάκρισης-βασανιστηρίων & αναψυχής. Όταν κατάφερε επιτέλους να απομονώσει το σάλιο 1 και το σάλιο 2, πέρασε τα στοιχεία στον υπολογιστή και τα έστειλε αμέσως στη Βιολέτα Λώρεν, με έδρα την Αθήνα. Η Βιολέτα Λώρεν ήταν άγρυπνη, η διαίσθησή της την είχε προειδοποιήσει ότι κάτι τρανό θα συνέβαινε μέσα στη νύχτα. «Τα σίγουρα αποτελέσματα θα τα έχω σε 2-3 μέρες, προς το παρόν μπορώ να πω ανεπισήμως ότι είναι αυτός. Β.Λ.» απάντησε τα ξημερώματα μέσω email. «Πως είναι δυνατό; Αυτός ήταν τόφαλος! Πως μπήκε έτσι;», είπε η Τσίχλα όταν ξύπνησε (το επόμενο μεσημέρι). Και τώρα; Τι κάνουμε;

Ο Σεντρίνκ ήταν εκτελεστής, επαγγελματίας όχι τίποτα ερασιτέχνης. Ήταν ειδικά εκπαιδευμένος να σκοτώνει, χωρίς κανένα συναίσθημα. Οι φίλοι λέγανε ότι έχει καλή καρδιά, ότι ήταν τρυφερός άνθρωπος κατά βάθος, όμως δεν είχε επιλογές στη ζωή. Σαν γνήσιος Αιγόκερος όμως, είχε αδυναμία στις αιθέριες υπάρξεις… Κι όταν του δόθηκε εντολή να εκτελέσει την Ζακλίν Πιπέρι, πολύ στενή φίλη της Αρχιμαφιόζας, εκείνος αρνήθηκε την αποστολή. Ήταν πολύ ερωτευμένος μαζί της, του άρεσε να την παρακολουθεί και να τη φωτογραφίζει, με το πρόσχημα ότι περιμένει τη λάθος κίνησή της, κερδίζοντας χρόνο. Στην πραγματικότητα την φωτογράφιζε για δικούς του λόγους, κάτι σαν προσωπικό στοίχημα. Προσπαθούσε να αποσπάσει ένα πορτρέτο της... Υπήρχε πάντα ένα μυστήριο γύρω από τη Ζακλίν… Κανείς δεν μπορούσε να τραβήξει φωτογραφία το πρόσωπό της. Φορούσε πάντοτε καπέλο, όλοι θυμόντουσαν το χαρακτηριστικό κόκκινο κραγιόν, αλλά τίποτε άλλο. Αυτή η γυναίκα δεν είχε πρόσωπο. Για να ξεκαθαρίσουμε λίγο το τοπίο, ας πάμε λίγα χρόνια πίσω…

Η Ζακλίν Πιπέρι, γόνος βασιλικής οικογένειας, αναμειγμένη στα περισσότερα σκάνδαλα του Μονακό, ήταν πληροφοριοδότης, δεν ανήκε όμως σε καμία οργάνωση, όποιος πλήρωνε καλύτερα, είχε την πληροφορία που ζητούσε. Η ανταποκρίτριά της από την Ελλάδα, η Τ-Ranger έφερε τη Ζακλίν σε επαφή με τη Αρχιμαφιόζα, κι έκτοτε αναπτύχθηκε μια φιλία μεταξύ των δύο γυναικών. Η Ζακλίν βρισκόταν πάντοτε μεταξύ Αθήνας και Παρισίου, και φυσικά, γνώριζε πολύ καλά τον Λόρδο Εντουάρ. Ίδιο αίμα. Ο Λόρδος Εντουάρ είχε βασιλική καταγωγή από τη μητέρα του, ταπεινή καταγωγή από τον πατέρα του. Δεν μας ενδιαφέρουν τα οικογενειακά τους, πάντως ο Λόρδος Εντουάρ ο Κονάρ ήταν που έδωσε τότε την εντολή στον Σεντρίνκ να βγάλει από τη μέση τη μυστηριώδη Ζακλίν, ο ίδιος δεν θα μπορούσε να το κάνει. Όπως έδειξε η ιστορία άλλωστε, ένας κονάρ (μαλάκας) ήταν, ούτε τον Κοντό δεν κατάφερε να εξολοθρεύσει, πόσο μάλλον τη μυστηριώδη Ζακλίν.

Ο Σεντρίνκ, για τους λόγους που προαναφέραμε, δεν μπόρεσε ούτε αυτός να το κάνει κι έτσι εξαφάνισε τα ίχνη του από το Παρίσι και κρύφτηκε στον υπόκοσμο της Τολόζας, παριστάνοντας τον μπάρμαν. Η σχέση του με τις Ρωσίδες όμως ήταν ύποπτη, ήταν που τον πρόδωσε. Ίσως να τον προστάτευαν, αλλά κι έτσι να ήταν, σίγουρα θα το έκαναν με κάποιο αντάλλαγμα. Οι Ρώσοι δεν δείχνουν ελεημοσύνη και δεν δωρίζουν τίποτα χωρίς να έχουν να πάρουν. Το κορμί του ίσως;

Η Ζακλίν Πιπέρι από την άλλη, εγκατέλειψε για πάντα την Ευρώπη, απέδρασε στην Ουάσιγκτον, όμως άφησε να φανεί ότι σκοτώθηκε κι έτσι η Αρχιμαφιόζα, σαν πιστή της φίλη, που δεν ήξερε ότι είναι ζωντανή, πληγωμένη από το χαμό της έδωσε όρκο σε ένα από τα αγαπημένα καπέλα της Ζακλίν, ότι θα βρει τον Σεντρίνκ και θα τον πληρώσει με το ίδιο νόμισμα. Κατά βάθος, είχε την υποψία ότι η Ζακλίν ζει… Γι’ αυτό ήθελε να σιγουρευτεί πριν δώσει το πράσινο φως στην Τσίχλα και τον Κοντό να τον τελειώσουν. Ε, ναι, με ένα φιλί, δεν πέθανε κανείς άλλωστε…

chapter 5

Πέρασε ένας μήνας για να καταφέρουν να απομονώσουν το στόχο από τις Ρωσιδούλες. Η Εταιρεία είχε γίνει έξαλλη με τη συμμορία του Μαρκαδόρου, διότι όλα τα σχέδια είχαν μείνει πίσω, δρούσαν μόνοι τους, το σχέδιο Σεντρίνκ ήταν προσωπική υπόθεση και είχαν αφήσει πίσω σημαντικές υποθέσεις. Τώρα όμως η ευκαιρία είχε έρθει, ο ανυποψίαστος στόχος κάλεσε την επιμένουσα εκδικήτρια σε γεύμα. «Πας καλά; Μεσημεριάτικα στην Τολόζα;», είπε ο Κοντός κι άρπαξε ένα ψαλίδι. «Έτσι μου’ρχεται…να κόψω αφέλειες με αυτά που ακούω!». Η Αρχιμαφιόζα όμως ήταν αποφασισμένη, θα τον ισοπέδωνε με το πανίσχυρο δηλητήριο που της έδωσε η γαλλίδα γιαγιά της, το ξακουστό «Λινού» .

Το «Λινού» είναι άγευστο και άχρωμο. Το παρασκεύαζε η ίδια η γιαγιά της Αρχιμαφιόζας, ο μύθος λέει ότι η ίδια η γιαγιά ήταν δηλητηριώδης, ίσως μάγισσα, και κανείς δεν ήξερε ποτέ, πρώτον την ηλικία της και δεύτερον, τη συνταγή για το «Λινού». Η Αρχιμαφιόζα την επισκέφθηκε τι ίδιο πρωινό, πριν από το ραντεβού. Όχι ότι θα χαιρόταν που την έβλεπε, δεν συμπαθιόντουσαν, μόνο η μαφία τις ένωνε. «Έχει άμεσο αποτέλεσμα;», ρώτησε ψυχρά τη γιαγιά της. «Όχι. θέλει περίπου πέντε ώρες για να αρχίσει να δρα», είπε η δρακουλογιαγιά. «Θα νιώσει μεγάλη θλίψη, ανεξήγητη και στο τέλος θα μαραζώσει τελείως… Θα τον αποτελειώσει, αλλά θέλει υπομονή, δεν ξέρουμε πότε ακριβώς», είπε και της έδωσε το μπουκαλάκι. «Να το δώσω όλο;», ρώτησε η Αρχιμαφιόζα. «Οπωσδήποτε! Εγώ έδωσα στις νύφες μου σταγονίτσες για να τους κάνω τη ζωή μαύρη και τίποτα δεν έπαθαν, με ένα διαζύγιο ξεμπέρδεψαν! Δώσ'το όλο και μη κάνεις άλλες ερωτήσεις!», της είπε. Ναι, η γιαγιά της Αρχιμαφιόζας είχε δηλητηριάσει τις γυναίκες των γιών της, τη μητέρα και τη μητριά της Αρχιμαφιόζας, ακόμη και τον ίδιο της το γιό. Η Αρχιμαφιόζα δεν δεχόταν ποτέ κέρασμα της Γαλλίδας γιαγιάς!

Η Αρχιμαφιόζα και ο στόχος βρεθήκανε στις 12 το μεσημέρι, μια φυσιολογική ώρα για μεσημεριανό φαγητό, για τους Γάλλους. Στο δίπλα τραπέζι θα καθόταν η Τσίχλα με τον Ψηλό (μόλις που τον είχανε προσλάβει για την προστασία του Κοντού). Το σχέδιο στην αρχή, πήγαινε κατ' ευχήν: Η Τσίχλα τέντωσε τα αυτιά της, άκουσε την παραγγελία, ειδοποίησε με αθόρυβο sms τον Κοντό, που ήταν κρυμμένος κάπου μέσα στην κουζίνα με το δηλητήριο στην μπότα του. «Αυτός, πήρε καρδιά πάπιας… Η δικιά μας πήρε πόδια βατράχου! Μη μπερδευτείς, πρόσεχε!», της επεσήμανε. Ο Κοντός είχε νεύρα, άκου εκεί μέρα μεσημέρι να κάνουν τέτοιες βρωμοδουλειές. Τέλος πάντων, η Τσίχλα θα έκανε ότι παθαίνει αλλεργικό σοκ, για να προκαλέσει πανικό και σαματά στο προσωπικό και τους πελάτες. Ο Ψηλός θα σηκωνόταν όρθιος και με απελπισία και πρεμούρα θα φώναζε τον σέφ και τους μάγειρες να του δώσουν εξηγήσεις, ενώ την ίδια στιγμή η Τσίχλα θα χαροπάλευε, αλλά ποιος της δίνει σημασία, αφού οι εμπλεκόμενοι θα ξέρανε ότι είναι στα ψέματα. Πάνω στον πανικό κι ενώ όλοι θα κοιτάζανε την Τσίχλα να ξύνεται, να πέφτει κάτω και να μη της φτάνει το οξυγόνο, ο Κοντός θα έβγαινε από το ντουλάπι της κουζίνας (μέσα στο οποίο κρυβόταν με στολή γιατρού βεβαίως-βεβαίως) και θα έριχνε το δηλητήριο στην καρδιά πάπιας. Ύστερα θα πέρναγε κάτω από τα πόδια όλων των πανικόβλητων, θα εμφανιζόταν σαν γιατρός (γι’ αυτό τον έντυσαν μασκαρά) θα πλησίαζε την Τσίχλα, θα ξερόβηχε, θα τούρλωνε τα χείλη (για να βγάλει πόρισμα πάλι) και θα έβγαζε διάγνωση. «Η Αλλεργία είναι στο μυαλό της, η κοπέλα είναι τρελή!». Για να μην τις αναγνωρίσει ο Στόχος εννοείται ότι θα εμφανιζόντουσαν όλοι καμουφλαρισμένοι - εκτός από τον Ψηλό που ήταν νέος και άγνωστος στο επάγγελμα. Η Τσίχλα φόραγε περούκα κι είχε ήδη ζωγραφίσει φλύκταινες στο πρόσωπό της. Άλλωστε, πριν από το επεισόδιο δεν θα την παρατηρούσε κανείς - δαιμόνιο. Όσο για τον Κοντό, είχε κόψει αφέλειες και είχε γίνει αγνώριστος!

Η Αρχιμαφιόζα χαμογελούσε, ο Σεντρίνκ χαμογελούσε, γέμιζε τα ποτήρια τους κρασί… Και ξαφνικά, ενώ όλοι χαμογελούσαν και περίμεναν πότε θα αρχίσει να τρώγεται η Τσίχλα, χτυπάει το τηλέφωνο της Αρχιμαφιόζας, ήταν η Βιολέτα Λώρεν. «Σταματήστε τα όλα τώρα! Βγείτε αμέσως από εκεί! Πρώτον σας έχει καταλάβει και δεύτερον… σε δύο ώρες πετάς για Ελλάδα! Πρέπει να δεις αυτό που βλέπω από κοντά! Τσακίσου!», της είπε. Η Αρχιμαφιόζα όμως δεν ήξερε πώς να φύγει κι από πού… Ο Κοντός κόντευε να πάθει ασφυξία μέσα στο ντουλάπι…

chapter 6

Όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Η Τσίχλα έπιασε με τα δύο χέρια το λαιμό της, έβγαλε τη γλώσσα έξω κι άρχισε να γρυλλίζει…. Κοκκίνισε ολόκληρη, τα μάτια της δάκρυσαν, ο Ψηλός της ψιθύριζε νευριασμένος «φτάνει, το παρακάνεις!», αλλά εκείνη δεν σταματούσε. Η Αρχιμαφιόζα που βλέπει ευκαιρίες παντού, πετάχτηκε από το τραπέζι «Η κοπέλα! Κάποιος να βοηθήσει την κοπέλα!», ο Σεντρίνκ έτρεξε ανήσυχος προς το μέρος της Τσίχλας. Μη δει άνθρωπο σε βοήθεια, αμέσως να βοηθήσει. Μια φορά ένας μεθυσμένος φοιτητής γλίστρησε στον πάγο κι έσπασε το κεφάλι του στο τοιχάκι του ποταμού. Εκεί ο Σεντρίνκ, να τον σηκώσει, να τον σφαλιαρίσει, να κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του να τον συνεφέρει. Άλλη φορά, ένα πρεζάκι πήγε να διασχίσει το δρόμο με κλειστά μάτια, κι ο Σεντρίνκ πετάχτηκε στο δρόμο να το μαζέψει. Καλή καρδιά είπαμε…

«Καλέ είσαι πολύ πειστική!», της ψιθύρισε κι η Αρχιμαφιόζα, όταν πλέον τα χείλη της είχαν γίνει μπλε. «Πνίγεται! Πνίγεται!» άρχισε να φωνάζει ο Ψηλός, όταν κατάλαβε ότι δεν ήταν κόλπο, αλλά πράγματι η Τσίχλα πνιγόταν με την ίδια της την τσίχλα! Ο Σεντρίνκ δεν καταλάβαινε, γιατί ο Ψηλός στον πανικό του μιλούσε μόνο γερμανικά. Η Τσίχλα, άσπρη σαν πανί έπεσε από την καρέκλα. Όλοι οι σερβιτόροι και ο σεφ έτρεξαν πάνω από το κεφάλι της, ο Κοντός βρήκε ευκαιρία να ξετρυπώσει, ενώ ο Σεντρίνκ αποφάσισε να πάρει δραστικότερα μέτρα. Με το κοίταγμα, δεν σώθηκε άνθρωπος ως τώρα… Πήγε να τη σηκώσει, την τράβαγε από τη μέση, αλλά η Τσίχλα με τη λίγη δύναμη που της είχε απομείνει στον έσπρωχνε, σκεφτόταν ότι αν τις έχει καταλάβει, θα προσπαθήσει να την πνίξει μια ώρα αρχύτερα. Όμως στην κατάστασή της δεν μπορούσε να του επιβληθεί. Ο Σεντρίνκ τη σήκωσε όρθια με το ζόρι και την έσφιξε πάνω του με δύναμη.

Η Τσίχλα πνιγόταν περίπου ένα ολόκληρο λεπτό μέχρι εκείνη την ώρα. Την πίεσε με τα χέρια στο στέρνο κι η τσίχλα ξεμαγγώθηκε, κι εκτοξεύτηκε πίσω, σε κάποιο πιάτο. Με μια κίνηση αστραπή η Τσίχλα έκανε να ρίξει κλωτσιά στο ευαίσθητο σημείο του Σεντρίνκ για να δραπετεύσει, ακόμα δεν είχε πεισθεί για τις αγνές του προθέσεις. Εκείνη την ώρα όμως, που το πόδι της διαπερνούσε με ιλιγγιώδη ταχύτητα ανάμεσα από τα μπούτια του σωτήρα της, ο Κοντός πέρναγε από κάτω πανικόβλητος για να δει τι γίνεται. Κι έφαγε την κλωτσά στα μούτρα!

«Είμαι πολύ ταραγμένη, πάω σπίτι!» είπε η Αρχιμαφιόζα στον Σεντρίνκ για να φύγει άρον άρον για το αεροδρόμιο. «Θα σε συνοδεύσω!», της είπε. Την πήγε μέχρι ένα σημείο κι έφυγε, δεν προσπάθησε να της κάνει κακό, η Αρχιμαφιόζα προβληματίστηκε. Ωστόσο έπρεπε να τρέξει να προλάβει το αεροπλάνο της.

(8 ώρες μετά, κι αφού έχει κάνει το γύρο όλης της Ευρώπης με τα τράνζιτ της κακιάς ώρας, βρίσκεται στο αρχηγείο με τη Βιολέτα Λώρεν)

- Σε ακούω…

- Περίμενε πέντε λεπτά ακόμα…θα δεις!

Πράγματι, μετά από πέντε λεπτά ανοίγει η πόρτα κι εμφανίζεται η Ζακλίν Πιπέρι. «Δεν με σκότωσε ο χοντρομπαλάς… προφανώς!», είπε και ούτε που σκέφτηκε να χαμογελάσει. «Ααα, δεν είναι πια χοντρομπαλάς!», τη διόρθωσε η Βιολέτα, που έχει άποψη για όλα. Η Αρχιμαφιόζα νόμιζε ότι βλέπει φάντασμα, δεν μιλούσε, μόνο άκουγε και μετά βίας έβλεπε, ήταν και κάπως σκοτεινά… «Λοιπόν, άσε τον ήσυχο τον κακομοίρη και πρόσεχε μην τον ερωτευτείς γιατί είναι καλόκακο παιδί! Πρέπει να φύγω τώρα… Συγνώμη για την ταλαιπωρία και τη θλίψη που τυχόν προκάλεσα…». Ε, άι στο διάολο, είπε από μέσα της η Αρχιμαφιόζα. Σε αυτό το σίριαλ κανείς δεν πεθαίνει; Ο Εντουάρ πυροβολεί τον Κοντό και αστοχεί, τα δηλητήρια ξεθυμαίνουν, οι ασφυξίες και οι πνιγμοί έρχονται και φεύγουν, όλοι οι επικίνδυνοι γίνονται τρυφερούληδες κι αρκουδάκια της αγάπης, οι αποστολές ματαιώνονται και οι χοντρές μένουν έγκυες! Οι εκτελεστές ερωτεύονται τους πληροφοριοδότες και μέσα σε όλα, ο Ψηλός είναι γκέι και γουστάρει τον Κοντό. Αυτό πάει πολύ! Η Αρχιμαφιόζα γύρισε στην Τολόζα με λίαρ τζέτ της εταιρείας. «Η Αποστολή Σεντρίνκ μας τελείωσε παίδες», ανακοίνωσε στον Κοντό και την Τσίχλα.

Ο Κοντός σούφρωσε τα χείλη… «Βρίσε με! Πες ότι θες!», είπε η Αρχιμαφιόζα. Αλλά ο Κοντός δεν μιλούσε… «Τι; Μου κάνεις μουτράκια τώρα;», συνέχισε η Αρχιμαφιόζα, βρισκόταν σε υπερένταση κι υπέφερε από τραγικό τζετ λάγκ.

Η Αρχιμαφιόζα βέβαια δεν ηρέμησε ούτε μετά από εκείνη τη νύχτα… Σαν να της φάνηκε ότι άκουσε το χαρακτηριστικό «κλικάρισμα» φωτογραφικής μηχανής… Άραγε ήταν αυτός; Τι σημασία έχει! Τι ερωτευμένος, τι επικίνδυνος… Αυτά τα δύο είναι συνώνυμα!

ΤΕΛΟΣ


13 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων
bottom of page