top of page

#MySummerStories Ένα παιδί των 90s

  • Εικόνα συγγραφέα: Alexia Zervoudi
    Alexia Zervoudi
  • 13 Ιουλ
  • διαβάστηκε 3 λεπτά
ree

Φαντάσου είσαι παιδί. Ξυπνάς το πρωί μιας καθημερινής χωρίς σχολείο. Το σπίτι είναι ήρεμο, αλλά εσύ γεμάτο ζωντάνια, πετάγεσαι σαν ελατήριο από το κρεβάτι και τρέχεις στο σαλόνι! Πιάνεις το τηλεκοντρόλ και πατάς διάφορα κουμπιά μέχρι να το πετύχεις και τότε, ωσάν θαύμα, η τηλεόραση ανοίγει. Πατάς το «4» που ξέρεις κι εμπιστεύεσαι! Βλέπεις το αγαπημένο σου παιδικό, η ζωή είναι καλή!


Σου φαίνεται να έχει περάσει πολλή ώρα και νιώθεις την κοιλίτσα σου να γουργουρίζει. Περνάει από το μυαλό σου να κάνεις κάποια σκανταλιά στην κουζίνα, αλλά τελικά, αποφασίζεις να ξυπνήσεις τη μαμά. Λίγες στιγμές αργότερα, εκείνη σηκώνεται να φτιάξει το πρωινό και σου ανακοινώνει ότι μετά το γεύμα, θα πάτε στην παραλία! Χωρίς να το ελέγχεις, αρχίζεις να χοροπηδάς στον καναπέ, να ανασηκώνεις ρυθμικά τα χέρια σου προς το ταβάνι με τις χουφτίτσες σφιχτές και να φωνάζεις «ζήτω». Η μαμά σου γελάει βλέποντας τον ενθουσιασμό, αλλά κάνει παρατήρηση να προσέχεις, μην πέσεις και χτυπήσεις.


Βγάζεις τις πιτζάμες σου όπως-όπως, πετώντας τα ρουχαλάκια στο πάτωμα και τρέχεις να βρεις το μαγιό. «Περίμενε, να σε βοηθήσω», λέει η μαμά και βγάζει τα μπανιερά από το ψηλό ράφι της ντουλάπας. Επιμένεις ότι θέλεις το αγαπημένο σου μαγιό, που ίσως φέτος σου πέφτει λίγο μικρό, αλλά την κάνει τη δουλειά του! Αλλά η χαρά έρχεται πάντα με ένα τίμημα. Πρέπει να υποστείς το πασάλειμμα με το αντηλιακό. Ύστερα τη βλέπεις να ετοιμάζει την τσάντα και να σου λέει αυστηρά, ότι θα πρέπει να φορέσεις καπέλο. Δεν θέλεις, αλλά μάταιος κόπος να αντισταθείς.


Η ανυπομονησία σου δεν έχει τέλος, όσο εκείνη προσπαθεί να ετοιμάσει τον εαυτό της. Πασχίζεις να δέσεις μόνο σου τα πέδιλά σου και κυριολεκτικά, στήνεις καραούλι μπροστά από την εξώπορτα. Η μαμά εμφανίζεται φορτωμένη με μια μεγάλη τσάντα, μια μικρή τσάντα κι ένα τσαντάκι! «Φύγαμε!», λέει τραγουδιστά. Η ψυχούλα της μόνο ξέρει τι έχει να τραβήξει, αλλά δεν στο δείχνει. Κάνει ό,τι μπορεί, για να περάσεις μια όμορφη ημέρα.


Στο αυτοκίνητο ο χρόνος έχει σταματήσει. «Φτάνουμε;», ρωτάς κάθε λίγο και ψάχνεις με τα μάτια από το παράθυρο να δεις τη θάλασσα. Η παραλία είναι πολύ πιο κοντά από όσο νομίζεις. Η μαμά ξεφορτώνει τα πράγματα. Σου ζητάει να τη βοηθήσεις, κρατώντας τα δικά σου πράγματα, μια μικρή τσάντα με τα κουβαδάκια σου. Με ισορροπία που θα ζήλευαν και ακροβάτες του τσίρκου, από τη μια έχει κρεμάσει όλες τις υπόλοιπες τσάντες, από το χέρι της κρέμεται ακόμη το κλειδί του αυτοκινήτου, και με το άλλο χέρι της κρατάει το δικό σου. Από μακριά, εντοπίζεις μια παιδική χαρά κι αρχίζεις να χοροπηδάς από τη χαρά σου και πάλι. «Όχι από εδώ…», λέει η μαμά και σε τραβάει από την άλλη. Κατεβαίνετε μια σκάλα και επιτέλους, τα πόδια σου πατούν τη ζεστή άμμο!

Σου φαίνεται τεράστια η πλαζ, ρωτάς τη μαμά αν μπορείς να τρέξεις μέχρι το τέλος, αλλά όταν φτάσεις στα μισά, αποφασίζεις να ξανατρέχεις κοντά της. Τα νερά είναι πεντακάθαρα και άμμος κατάλληλη για παιχνίδι! Απέναντι υπάρχει ένα νησάκι, το τοπίο μοιάζει με τις ζωγραφιές σου. Πλάθεις ιστορίες με τη φαντασία σου, ότι στο νησάκι πηγαίνουν πειρατές για να βρουν κάποιο κρυμμένο θησαυρό και αναρωτιέσαι, αν όταν μεγαλώσεις, θα μπορέσεις να κολυμπήσεις ως εκεί!


 Η μαμά αφήνει τις τσάντες και ώσπου να απλώσει την πραμάτια σας, εσύ έχεις γεμίσει το ποτιστήρι σου νερό, έχεις προλάβει να βαρεθείς και της ζητάς να πάτε για βουτιά! Εκείνη δεν έχει προλάβει ούτε τα ρούχα της να βγάλει. Επισπεύδει τις διαδικασίες, σου βάζει τα μπρατσάκια σου –εκεί λίγο ξενερώνεις, σαν να μην έφτανε το αντηλιακό και το καπέλο, αλλά τέλος πάντων – και αμέσως μπαίνετε στο νερό! Στην αρχή σου φαίνεται δροσερό, αλλά όχι ενοχλητικό. Είναι τόσο διασκεδαστικό το κολύμπι, που δεν αισθάνεσαι να κρυώνεις.

Με το κολύμπι, η όρεξή σου έχει ανοίξει! Από το τσαντάκι-ψυγειάκι η μαμά βγάζει ένα κολατσιό, που για κάποιο λόγο, όταν είστε στην παραλία έχει πάντα καλύτερη γεύση. Ίσως φταίνε τα αλατισμένα χείλη σου!


Μετά από αρκετές βουτιές, έρχεται η ώρα να φύγετε. Η μαμά ξαναμαζεύει όλα τα πράγματα κι εσύ παίζεις μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο. «Μαμά, να ξανάρθουμε!», της λες παρακλητικά.

Πηγαίνοντας προς το αυτοκίνητο, εντοπίζεις ξανά τις κούνιες και μια υπέροχη μυρωδιά σου γαργαλάει τη μύτη. Είναι καλαμπόκι! Είναι η μυρωδιά του καλοκαιριού! Η αλμύρα στα χείλη, η άμμος στα πόδια, η καρδιά γεμάτη, η μυρωδιά από το καλαμπόκι, οι κούνιες στο φόντο, ο πεζόδρομος, το απέραντο μπλε… Χωρίς να το αντιλαμβάνεσαι, συνθέτουν το συναίσθημα που θα σε ακολουθεί για μια ζωή, όταν θα σκέπτεσαι «τα παιδικά καλοκαίρια» σου.

«Την επόμενη φορά θα έρθουμε για απογευματινό μπάνιο και μετά θα πάμε κούνιες…», σου υπόσχεται. «Και να πάρουμε κι ένα καλαμπόκι μαμά!», συμπληρώνεις.

留言


©2018 by A Zed Story. Proudly created with Wix.com

bottom of page