top of page
  • Alexia Zed

Η Συμμορία του Μαρκαδόρου: Le Retour vol 5


Η Αρχιμαφιόζα και ο Πτι Κερ κάθισαν σε ένα τραπεζάκι μπροστά στην είσοδο της Μπρασερί. Το Πάγκ τους κοιτούσε επίμονα, λες και το σουφλέ πατάτας, το λιωμένο τυρί της κρέπας και η αγκινάρα ογκρατέν που κοσμούσαν το μπολ του, του περνούσαν παντελώς αδιάφορα. Μυστήρια συμπεριφορά για σκύλο. Ο κύριός του τους κοιτούσε φευγαλέα με χαμόγελο περιμένοντας να ακούσει κάποιο κομπλιμέντο για τον σκύλο του. Ο Πτι Κερ ήθελε να φωτογραφήσει το Παγκ, γιατί όμοιό του δεν είχε ξαναδεί. «Μα είναι σαν άνθρωπος! Κύριος!», σχολίαζε κάθε λίγο και λιγάκι. Η Αρχιμαφιόζα κοίταζε καχύποπτα γύρω της και σκεφτόταν ότι οι άνθρωποι στο Αλμπί έχουν παράξενες συνήθειες.

Λίγο πριν φύγουν, ο Πτι Κερ αποφάσισε να βγάλει φωτογρφία με το κινητό το ανθρωπωειδές Παγκ. Μόλις οι θαμώνες αντιλήφθηκαν τη φωτογραφική κάμερα τράβηξαν τα περίστροφα έξω, έγινε μεγάλη ταραχή, τα σκυλιά άρχισαν να γρυλλίζουν, ο ουρανός έγινε γκρι και άρχισε να βρέχει καταρακτωδώς, με αστραπές και βροντές. Ένας κεραυνός έπεσε ακριβώς μπροστά στο μαγαζί, σείστηκε η γη, ανοιγόκλεισαν τα φώτα και πρωτού το καταλάβει κανείς, η Αρχιμαφιόζα και ο Πτι Κερ είχαν τραπεί σε φυγή.

Δραπετεύουν στο μποτιλιαρισμένο autoroute ενώ ένα ύποπτο μικρό λευκό τσικουετσέντο με χαλασμένο καταλύτη τους κυνηγάει (από μπροστά). Ο Πτι Κερ είχε αγχωθεί πολύ τώρα και ευχόταν να είχαν ακόμη το όπλο του Εντουάρ του Κονάρ «μπες να πάμε μέσα από τα χωριά! Βγες από τον αυτοκινητόδρομο! Θα μας προλάβει!». Η Αρχιμαφιόζα προσπαθούσε να ξεφύγει από το τσικουεντσέντο και να μπει σε κάποιο υπόγειο να ξεφορτωθεί το κλεμμένο αμάξι. Τελικά οδηγήθηκαν στο Μπλανιάκ, μέσα στο λαβύρινθο του αεροδρομίου ο οδηγός του τσικουεντσέντο έχασε τα ίχνη τους, η Αρχιμαφιόζα έτρεχε από το ένα υπόγειο πάρκινγκ στο άλλο και τελικά παράτησε το κλεμμένο όπελ σε σημείο όπου δεν υπήρχαν κάμερες. Βούτηξαν με τον Πτι Κερ σε ένα τραμ – ούτε είδαν προς τα πού πήγαινε- και κάπως έτσι ξέφυγαν από τον τρελό. «Μα γιατί μας κυνηγούν αγάπη μου; Τι έκανα πάλι;», αναρωτιόταν ο Πτι Κερ. Ούτε η Αρχιμαφιόζα ήξερε τι είχε συμβεί. Γιατί τους κυνηγούσαν; Τους είχε βάλει ο Δήμαρχος; Η γιαγιά του Εντουάρ; Μήπως ήταν τσιράκια του Lan King Chang;

Χαμένη στις σκέψεις της κοιτούσε έξω από το τραμ αφηρημένα, μέχρι που μια επιβλητική παρουσία μπήκε μέσα στο βαγόνι κι έκατσε ανάμεσά τους. Φορούσε λεοπάρ γούνα μέχρι τη μέση της γάμπας, μαύρα μποτάκια στιλέτο, τα δάχτυλά της ήταν μακριά, τα νύχια περιποιημένα και τα δαχτυλίδια έβγαζαν μάτι – κάτι κοτρόνες ΝΑ. Το άρωμά της θύμιζε κάτι από την παλιά καλή μαφία. Το δέρμα της λευκό σαν της χιονάτης ορίτζιναλ, βιολετί μπούκλες, που τόνιζαν τα πράσινα μάτια τη, χάιδευαν το πρόσωπό της. «Βιολέτα Λώρεν!», είπε τελικά η Αρχιμαφιόζα. Η Βιολέτα Λώρεν εμφανιζόταν πάντα από το πουθενά σε όλες τις ιστορίες, σπανίως όμως με τη φυσική της παρουσία.

«Write drunk, edit sober. Ernest Hemingway…», είπε με στόμφο σαν αλλοπαρμένη, «Μεγάλος Συγγραφέας!» ψυθίρσε συνωμοτικά με την απαλή και πικάντικη φωνή της και κατέβηκε στην επόμενη στάση. Ο Πτι Κερ είχε σκαλώσει. «Χέμινγουέη… κάτι μου θυμίζει… κάπου το είδα γραμμένο αυτό το όνομα….». Η Αρχιμαφιόζα που δεν είχε ποτέ της παρατηρητικότητα αγανάκτησε, δεν τον πίστεψε. «Που το έχεις δει άραγε… Είναι πασίγνωστος ο Χέμινγουέη, μον αμούρ. Έλεος!».

Αργά το βράδυ, αφού ξεκουράστηκαν λίγο από το ανθρωποκυνηγητό, πήρα τον δρόμο για την Τιρέζ, όμως και πάλι ήταν κλειστή. Η Αρχιμαφιόζα ήταν έτοιμη να εκραγεί από τα νεύρα της και ο Πτι Κερ την παρέσυρε στο Chez Ton Ton για λίγο μυοχαλαρωτικό παστίς.

Σε λίγο έχουν γίνει και οι δύο ντίρλα και η Αρχιμαφιόζα έχει μεγάλη έμπνευση να γράψει… «Πιάσε μερικά σουβέρ…», ζήτησε από τον εξίσου μεθυσμένο Πτι Κερ και παράλληλα έβγαλε τον Μπλε Μαρκαδόρο από την τσέπη της. Τα ψέματα είχανε τελειώσει.


11 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων
bottom of page