top of page
  • Alexia Zed

Οι Κουμπαροσυγκούμπαροι: Γάμος στη Χαβάη 2


Η ώρα ήταν εννέα παρά το πρωί ώρα Χαβάης, όταν η παστρικιά άνοιξε τα μάτια της και είδε την κουμπάρα με την μικρή της κόρη λιπόθυμες στο πάτωμα από κάποια απροσδιόριστη μπόχα. Η μπόχα τις είχε βασανίσει όλο το βράδυ κι είχαν δηλητηριαστεί. Ίσως η υγρασία του νησιού, ίσως ξεχασμένο κουτόχορτο σε κάποιο συρτάρι... Κοίταξε γύρω της, δεν υπήρχε κανένας άλλος μέσα στο δωμάτιο. Ταράχτηκε. Έστειλε αμέσως μήνυμα στη νύφη, με βοήθεια google translator, ότι δεν επέστρεψε κανένας από τους κουμπαροσυγκούμπαρους στο ξενοδοχείο κι ευχόταν τουλάχιστον να επέστρεψε ο γαμπρός.

Η απάντηση της Huna δεν ήταν ξεκάθαρη, αλλά έμοιαζε θυμωμένη. Η πατρικιά δεν πίστευε σε αυτό που διάβαζε, σίγουρα κάτι είχε χαθεί στη μετάφραση, υπέθεσε και ζήτησε τη γνώμη της κουμπάρας της. «Ξύπνα, Σούτκεης, κάτι θέλει να μας πει η Χαβανέζα, δεν καταλαβαίνω», είπε η άτεκνη κι ανύμφευτη κουμπάρα. «Για να δω», είπε νευρικά η κουμπάρα που μέσα της έβραζε. Η Σούτκεης διάβασε δυνατά και καθαρά το μήνυμα της Huna: "Ένα θα σας πω. Ο δικός μου γύρισε χωρίς βρακί. Θα τον απολύσω». Οι κουμπαροσυγκουμπάρες κοιτάχτηκαν καλά καλά. Ήταν πιθανό να μην είχε γίνει λάθος στη μετάφραση, αλλά το μήνυμα της Huna να είναι πέρα για πέρα αληθινό. Έβαλαν τα μαγιό τους κι έφυγαν για τις παραλίες χωρίς να κοιτάξουν πίσω…

Λίγες ώρες νωρίτερα...

Την ώρα που οι απονήρευτες συγκουμπαροκουμπάρες έτρωγαν αθώα παγωτό με κουτόχορτο (τοπική συνταγή) στη βεράντα της Huna (ώρα 1 το βράδυ), κι ακόμη υπήρχε ελπίδα να είχαν πάει πράγματι να πετάξουν τα σκουπίδια όλοι μαζί ο γαμπρός με τους κουμπάρους, ο διαβολοκουμπάρος ο ανύμφευτος αποκάλυπτε τη μεγάλη έκπληξη του μπάτσελορ στους φίλους του. «Πάμε στην παραλία… Θυμάστε τον αδερφό μου; Είναι εδώ, στο Μεγάλο Νησί… Προσεύχεται στα κύματα εδώ και κανένα μήνα, μπας και κάνει λίγο σερφάκι…». Ο Μάικ πράγματι χόρευε γύρω από τη φωτιά, στην παραλία Hilo, στην άλλη μεριά του νησιού. Είχε προσηλυτιστεί στην τοπική θρησκεία, πάνω στην απελπισία του. Όταν έφτασαν οι κουμπαροσυγκούμπαροι τον βρήκαν ξεθεωμένο κάτω από ένα φοίνικα να κλαίει τη μοίρα του. Ήθελε να κοιμηθεί, αλλά ο αδερφός του επέμενε, ότι τώρα που είχαν ξεφύγει από τις γυναίκες τους με το τέλειο πρόσχημα του μακρινού σκουπιδοτενεκέ, έπρεπε οπωσδήποτε να κάνουν μπάτσελορ και αυτό, θα ήταν αδύνατο χωρίς τον Μάικ, γιατί όπως όλοι έχουμε δει στις ταινίες, πάντα η αγέλη είναι τέσσερα άτομα, ποτέ τρία. «Έχω μια βάρκα… Θα πάμε στην πρωτεύουσα, στη Χονολουλού», πρότεινε ο Μάικ που δεν ήθελε παρά μια δεκάρα για να ξεχάσει την κλάψα του και να ξεσηκωθεί.

Στο μεταξύ το εικοσάλεπτο είχε περάσει προ πολλού και η Huna με τις κουμπαροσυγκουμπάρες είχαν χωνέψει και το παγωτό με το κουτόχορτο. «Να δεις που δεν θα γυρίσουν σύντομα…», είπε με αφέλεια η παστρικιά. Η κουμπάρα φύσαγε τον καπνό της με δύναμη τεσσάρων μποφόρ. «Δεν έχω αποφασίσει αν θα πρέπει να θυμώσω», έλεγε στον εαυτό της φωναχτά. Η νύφη που μίλαγε σπαστά ελληνικά κάτι προσπαθούσε να τους πει, αλλά δεν την καταλάβαιναν και σε λίγο οι κουμπάρες επέστρεψαν στο ξενοδοχείο για ύπνο.

Οι κουμπαροσυγκούμπαροι με τον βενιαμίν αδερφό του διαβολοκουμπάρου, είχαν ήδη αποβιβαστεί στη Χονολουλού, τρία τέσσερα νησιά μακριά από τις γυναίκες τους και έκαναν είσοδο μεγάλη στο Bar 35. Αφού ήπιαν μερικές μπίρες ακόμη, ο Μάικ ξέχασε τη νύστα του και τους πρότεινε να φύγουν από το βαρετό μπαρ και να πάνε στο μεγάλο κλάμπ της Χονολουλού, στο ξακουστό Ginza Nightclub.

Θα ήταν επτά η ώρα το ξημέρωμα όταν εθεάθη ο γαμπρός να τρέχει στα σοκάκια της Χονολουλού γδυτός, κρατώντας ένα κερί και να φωνάζει «Γκράντε, γκράντεεεεε». Ξωπίσω του έτρεχαν οι κουμπαροσυγκούμπαροι πετώντας του πατάτες από τα Μc Donalds. Στην Ελλάδα είχε ήδη γίνει viral μια φωτογραφία που κυκλοφόρησε από «Έλληνες τουρίστες στη Χαβάη», όπου μια σοβρακοφανέλα ανέμιζε πάνω στην ταμπέλα της οδού Keeaumoku…


21 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων
bottom of page